Μια μέρα βρέθηκα με μια παρέα φίλων που είχαν μωρά, σχεδόν νεογέννητα. Με τα μικρά τους πατουσάκια, τα τρυφερά σαν μπαμπακάκι μικρά χεράκια, τα απαλά μεταξένια μαλλάκια, αλλά πάνω από όλα, εκείνο το αγνό ύφος τής ολικής αθωότητας... Εκείνο το συντριπτικά ανεπιτήδευτο ύφος που δεν έχει "γράψει" ακόμα μέσα τους καμία σελίδα, καμία έννοια, καμία σκέψη... Αυτόματα έκανα την σκέψη ότι μεγαλώνουμε, κι όσο μεγαλώνουμε, κανείς μας δεν θυμίζει πια εκείνα τα αθώα κι αγνά μωρά που γεννηθήκαμε, κυρίως όμως, κανείς μας δεν θέλει(;) να θυμάται ότι κάποτε υπήρξε μια αγνή λαμποκοπημένη σελίδα.
Πως γινόμαστε έτσι οι άνθρωποι; Πως μεγαλώνοντας παίρνει του καθενός η ψυχή ένα άλλο μονοπάτι, όπου άλλο οδηγεί στο "δάσος", άλλο στο "ξέφωτο", άλλο σε ένα "πηγάδι" θολωμένο και βαθύ; Κι έπειτα καλούμαστε όλοι μαζί να συμβιώσουμε με κάθε καρυδιάς.."μονοπάτι". Πόσο αφόρητο;
Και κάπου εκεί που λες, να 'σου και σκάνε μύτη όλοι εκείνοι οι τύποι που σου τρολάρουν επίμονα τη ζωή, επί το..παλαιότερον, στην ροκανίζουν.
Πως γινόμαστε έτσι οι άνθρωποι; Πως μεγαλώνοντας παίρνει του καθενός η ψυχή ένα άλλο μονοπάτι, όπου άλλο οδηγεί στο "δάσος", άλλο στο "ξέφωτο", άλλο σε ένα "πηγάδι" θολωμένο και βαθύ; Κι έπειτα καλούμαστε όλοι μαζί να συμβιώσουμε με κάθε καρυδιάς.."μονοπάτι". Πόσο αφόρητο;
Και κάπου εκεί που λες, να 'σου και σκάνε μύτη όλοι εκείνοι οι τύποι που σου τρολάρουν επίμονα τη ζωή, επί το..παλαιότερον, στην ροκανίζουν.